Fara í innihald

καφενείο

Úr Wikiorðabók, frjálsu orðabókinni

Gríska


Grísk fallbeyging orðsins „καφενείο“
Eintala
(ενικός)
Fleirtala
(πληθυντικός)
Nefnifall (ονομαστική) καφενείο καφενεία
Eignarfall (γενική) καφενείου καφενείων
Þolfall (αιτιατική) καφενείο καφενεία
Ávarpsfall (κλητική) καφενείο καφενεία

Nafnorð

καφενείο (hvorugkyn)

[1] kaffihús
Framburður
IPA: [kafɛˈniɔ]
Tilvísun

Καφενείο er grein sem finna má á Wikipediu.
Λεξικό της κοινής νεοελληνικής „καφενείο
Greek Corpus „καφενείο